22 Ιανουαρίου 2015

Αστικός Κώδικας – Κληρονομικό δίκαιο – Κληρονομικό Καταπίστευμα


selida-55-56-katapisteuma-ellados
ΕΔΩ Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ 2007 ΜΕ ΤΙΣ ΥΠΟΓΡΑΦΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΠΑΠΟΥΛΙΑ, ΤΟΥ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΟΝ ΟΗΕ, ΠΡΕΣΒΗ ΒΑΣΙΛΑΚΗ…

Λήψη                  Προεπισκόπηση
……………………………………………………..
[Η σύσταση του καταπιστεύματος στο κείμενο της διαθήκης, δεν είναι αναγκαίο να δηλώνεται με χρήση πανηγυρικών φράσεων, ούτε καν της λέξης «καταπίστευμα".]
ΓΙΑΤΙ;… ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ ΠΟΝΑΕΙ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ Η ΛΕΞΗ;;;
ΑΚΟΥ… «ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΦΡΑΣΗ» !!! ΒΕΒΑΙΩΣ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΗ Ή ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ ΤΟΥ Capital.gr !!!
Ο ΠΟΝΟΣ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΙΝΑΙ…
ΤΑ ΚΑΤΑΠΙΣΤΕΥΜΑΤΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ,… ΣΤΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΤΑΜΕΙΑ,…
ΠΟΥ ΥΠΟΓΡΑΦΟΥΝ ΤΟΥΣ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥΣ, Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΟΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ Ο ΠΡΕΣΒΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΟΝ ΟΗΕ
Βασίλειος Σωτήρας Και στην ΔΑΠ ΝΔΦΚ τα διδάσκονται … αλλά κάνουν πως δεν ξέρουν… http://www.dapnomikis-thess.gr/site/index.php?option=com_docman&task=cat_view&gid=51&Itemid=
( Σημείωση: Άραγε να είναι απλή συγκυρία, το ότι η δημοσίευση περί καταπιστεύματος στο Capital.gr  έγινε το 2007 ;!!! Ή μυρίστηκαν ότι θα βγουν στη φόρα ΤΑ ΚΑΤΑΠΙΣΤΕΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ και προέτρεξαν να περισσώσουν ό,τι μπορούν; Μην αρχίσουν οι Έλληνες να μαθαίνουν τι πάει να πει καταπίστευμα κι έτσι ξυπνήσουν και ψάχνονται;;; )
…………………………………………….
Κληρονομικό Καταπίστευμα Δευτέρα, 31 Δεκέμβριος 2007 – 02:03 
Με την διαθήκη του, ένα πρόσωπο μπορεί να καθορίσει την τύχη της περιουσίας του μετά τον θάνατό του, κατονομάζοντας, υπό τους περιορισμούς του νόμου, αυτούς που επιθυμεί να το κληρονομήσουν. Δεν αποκλείεται όμως ο διαθέτης να θεωρήσει σκόπιμο να συστήσει με την διαθήκη του καταπίστευμα, ορίζοντας, σύμφωνα με το άρθρο 1923 του Αστικού Κώδικα, ότι ένα πρόσωπο, ο βεβαρυμμένος, θα αποκτήσει μεν την κληρονομιαία περιουσία ή ένα ποσοστό της, αλλά μόνο μέχρι την επέλευση ενός συγκεκριμένου γεγονότος ή την παρέλευση ορισμένου χρονικού διαστήματος, οπότε και θα υποχρεούται να την παραδώσει σε ένα άλλο, ρητώς οριζόμενο πρόσωπο, που ονομάζεται καταπιστευματοδόχος. 
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ως βεβαρυμμένοι δεν μπορεί να οριστούν περισσότεροι του ενός κληρονόμοι. Δεν αποκλείεται μάλιστα η υποχρέωση αυτή να αφορά ακόμα και όλους τους κληρονόμους ως προς την κληρονομική μερίδα που τους αντιστοιχεί. Ομοίως, με την ιδιότητα του καταπιστευματοδόχου ενδέχεται να περιβληθούν περισσότερα του ενός πρόσωπα, ανάλογα με τη βούλησή του διαθέτη. 
Ωστόσο, ο διαθέτης δεν μπορεί να ορίσει καταπιστευματοδόχο του καταπιστευματοδόχου. Σύμφωνα με την διάταξη της παραγράφου 2 του ίδιου ως άνω άρθρου, η υποχρέωση για παράδοση της κληρονομίας μπορεί να επιβληθεί μόνο μια φορά, δηλαδή μόνο στον βεβαρυμμένο κληρονόμο και όχι, και, στον καταπιστευματοδόχο. Μάλιστα σε περίπτωση που τεθεί τέτοιος όρος στη διαθήκη καθίσταται αυτοδικαίως άκυρος, αφού η συγκεκριμένη διάταξή είναι αναγκαστικού δικαίου. 
[Η σύσταση του καταπιστεύματος στο κείμενο της διαθήκης, δεν είναι αναγκαίο να δηλώνεται με χρήση πανηγυρικών φράσεων, ούτε καν της λέξης «καταπίστευμα".]
Η σύσταση του καταπιστεύματος στο κείμενο της διαθήκης, δεν είναι αναγκαίο να δηλώνεται με χρήση πανηγυρικών φράσεων, ούτε καν της λέξης «καταπίστευμα», μπορεί δε να γίνει και με έμμεση δήλωση του διαθέτη, αρκεί να συνάγεται από τη διαθήκη η βούλησή του να γίνει κάποιος κληρονόμος του μόνο για ορισμένο διάστημα και μετέπειτα να περιέλθει η κληρονομία του σε άλλο πρόσωπο.
Ο βεβαρυμμένος υποχρεούται, μέχρι την απόδοση του καταπιστεύματος, να διαχειρίζεται την κληρονομιαία περιουσία επιδεικνύοντας την επιμέλεια που επιδεικνύει και στις δικές του υποθέσεις, φέροντας ευθύνη στην περίπτωση βαριάς αμέλειας. Στα πλαίσια της τακτικής διαχείρισης, ο βεβαρυμμένος μπορεί να συνάπτει έγκυρα συμβάσεις, ενώ δεν αποκλείεται να διαθέσει και αντικείμενα της κληρονομιάς, με συγκατάθεσή του καταπιστευματοδόχου, και να παραδώσει στον τελευταίο οτιδήποτε προήλθε από την εκποίησή τους.
Ο καταπιστευματοδόχος, από την πλευρά του, έχει δικαίωμα προσδοκίας κληρονομίας από το θάνατο του διαθέτη και μέχρι την επαγωγή του καταπιστεύματος. Ως φορέας αυτού του δικαιώματος, γίνεται δεκτό ότι δικαιούται να αιτηθεί δικαστικής προστασίας, και συγκεκριμένα να ζητήσει την επιβολή ασφαλιστικών μέτρων, σε περίπτωση που η διαχείριση του καταπιστεύματος από τον βεβαρυμμένο, αποκλίνει από τις προϋποθέσεις που τάσσει ο νόμος (1937§2 ΑΚ) και μπορεί να επιφέρει την προσβολή ή την ματαίωση του παραπάνω δικαιώματος του.
Το καταπίστευμα επάγεται αυτοδικαίως στον καταπιστευματοδόχο, μόλις παρέλθει ο χρόνος ή επέλθει το γεγονός που καθορίστηκε ρητώς στη διαθήκη, το οποίο όμως δεν απαιτείται να είναι και βέβαιο. Σε περίπτωση δε που με την διαθήκη ορίστηκε καταπιστευματοδόχος χωρίς παράλληλα να ορισθεί τέτοιο γεγονός, η κληρονομία περιέρχεται στον καταπιστευματοδόχο με τον θάνατο του βεβαρυμμένου αρχικού κληρονόμου, όπως ορίζεται στο άρθρο 1935 ΑΚ.
Ο καταπιστευματοδόχος με την επαγωγή της κληρονομίας καθίσταται κληρονόμος – καθολικός διάδοχος του διαθέτη, ο δε βεβαρυμμένος υποχρεούται να του αποδώσει άμεσα το καταπίστευμα, στην κατάσταση που αυτό όφειλε να βρίσκεται, μετά την τακτική διαχείριση. Ενδεχόμενοι καρποί και λοιπά ωφελήματα αποδίδονται στον βεβαρυμμένο κληρονόμο, ο οποίος δικαιούται επιπλέον να ζητήσει οτιδήποτε κατέβαλλε για δαπάνες, πέραν όσων διενεργήθηκαν στο πλαίσιο της τακτικής διαχείρισης ή όσων αποτελούν τακτικά βάρη της κληρονομιάς.
Σε περίπτωση ωστόσο που ο βεβαρυμμένος αρνηθεί να αποδώσει το καταπίστευμα, ο καταπιστευματοδόχος μπορεί να προστατευτεί έναντι του ασκώντας την αγωγή περί κλήρου του άρθρου 1871 επ. ΑΚ και να διεκδικήσει τα έννομα δικαιώματα του.
Περαιτέρω, ο καταπιστευματοδόχος έχει το δικαίωμα να αποδεχθεί ή να αποποιηθεί την κληρονομιά, μετά την επαγωγή της σε αυτόν. Αν η αποδοχή ή η αποποίηση προηγηθεί της επαγωγής λογίζεται ως άκυρη. Η ακυρότητα όμως αυτή δεν είναι αρχική, αλλά επιγενόμενη, δηλαδή ισχύει αποκλειστικά από το χρόνο της επαγωγής του καταπιστεύματος και, επιπλέον, δεν είναι απόλυτη αλλά σχετική, δηλαδή μπορεί να προβληθεί υπέρ του καταπιστευματοδόχου και μόνο.
Τέλος, από φορολογικής άποψης, ο καταπιστευματοδόχος θεωρείται ψιλός κύριος της περιουσίας που θα του αποδοθεί, (ενώ ο βεβαρυμμένος ως επικαρπωτής) και θα φορολογηθεί κατά τον χρόνο που θα περιέλθει σε αυτόν η κληρονομιά, ο φόρος όμως θα υπολογιστεί στην αξία της πλήρους κυριότητας της περιουσίας κατά τον χρόνο παράδοσής της σε αυτόν από τον βεβαρυμμένο κληρονόμο και με βάση την σχέση του με τον αρχικό διαθέτη. http://www.capital.gr/law/articles.asp?id=417471
……………………………………………….
Αστικός Κώδικας – Κληρονομικό δίκαιο – Κληρονομικό καταπίστευμα
Άρθρο 1923. Έννοια: Ο διαθέτης μπορεί να υποχρεώσει τον κληρονόμο να παραδώσει έπειτα από ορισμένο γεγονός ή χρονικό σημείο την κληρονομία που απέκτησε ή ποσοστό της σε άλλον (καταπιστευματοδόχο). Τέτοια υποχρέωση δεν μπορεί να επιβληθεί στον καταπιστευματοδόχο.
Άρθρο 1924. Με την επιφύλαξη του άρθρου 1711 εδ. β’, αν ο διαθέτης εγκατέστησε κληρονόμο πρόσωπο που δεν είχε ακόμη συλληφθεί κατά το θάνατό του, ο εγκατάστατος θεωρείται καταπιστευματοδόχος. Το ίδιο ισχύει και όταν εγκαταστάθηκε κληρονόμος νομικό πρόσωπο που δεν είχε ακόμη συσταθεί κατά το θάνατο του διαθέτη.
Άρθρο 1925. Εγκατάσταση με αναβλητική αίρεση ή προθεσμία: Αν ο διαθέτης εγκατέστησε κάποιον κληρονόμο με αναβλητική αίρεση ή προθεσμία που δεν είχε πληρωθεί κατά το θάνατο του διαθέτη, ο εγκατάστατος θεωρείται καταπιστευματοδόχος. Το ίδιο ισχύει και αν ο προσδιορισμός του εγκαταστάτου εξαρτάται από γεγονός που επέρχεται μετά το θάνατο του διαθέτη.
Άρθρο 1926. Εγκατάσταση με διαλυτική αίρεση ή προθεσμία: Αν ο διαθέτης εγκατέστησε κάποιον κληρονόμο με διαλυτική αίρεση ή προθεσμία, χωρίς να ορίσει τον καταπιστευματοδόχο, θεωρείται καταπιστευματοδόχος το πρόσωπο που θα κληρονομούσε το διαθέτη εξ αδιαθέτου αν ο διαθέτης πέθαινε κατά την πλήρωση της αίρεσης ή προθεσμίας.
Άρθρο 1927. Απαγόρευση εκποίησης ή διάθεσης: Αν ο διαθέτης απαγόρευσε στον κληρονόμο την εκποίηση της κληρονομίας ή τη διάθεση της με διάταξη τελευταίας βούλησης, σε περίπτωση αμφιβολίας οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του κληρονόμου θεωρούνται καταπιστευματοδόχοι.
Άρθρο 1928. Αν ο διαθέτης απαγόρευσε στον κληρονόμο την εκποίηση της κληρονομίας ή τη διάθεση της με διάταξη τελευταίας βούλησης και συγχρόνώς προσδιόρισε το πρόσωπο για χάρη του οποίου έταξε την απαγόρευση, σε περίπτωση αμφιβολίας το πρόσωπο που προσδιορίστηκε μ” αυτό τον τρόπο θεωρείται καταπιστευματοδόχος.
Άρθρο 1929. Οικογενειακό καταπίστευμα: Αν ο διαθέτης εγκατέστησε κληρονόμο και έρισε η κληρονομία ή ποσοστό της διατηρηθεί στην οικογένειά του, με την επιφύλαξη της διάταξη του άρθρου 1923 παρ. 2 θεωρείται σε περίπτωση αμφιβολίας καταπιστευματοδόχοι μετά το θάνατο του εγκαταστάτου όλα τα πρόσωπα που θα κληρονομούσαν εξ αδιαθέτου το διαθέτη αν πέθαινε κατά το θάνατο του εγκαταστάτου. Για άλλους απώτερους συγγενείς του διαθέτη δεν ισχύει το οικογενειακό καταπίστευμα.
Άρθρο 1930. Αν ο διαθέτης εγκατέστησε κληρονόμο και όρισε η κληρονομία ή ποσοστό της να διατηρηθεί στην οικογένεια του κληρονόμου, με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 1923 παρ. 2 θεωρούνται σε περίπτωση αμφιβολίας καταπιστευματοδόχοι μετά το θάνατο του εγκαταστάτου όλα τα πρόσωπα που θα κληρονομούσαν εξ αδιαθέτου τον κληρονόμο. Για άλλους απώτερους συγγενείς του κληρονόμου δεν ισχύει το οικογενειακό καταπίστευμα.
Άρθρο 1931. Ειδική περίπτωση βεβαρημένου: Στις περιπτώσεις των άρθρων 1924 και 1925 ωσότου γίνει η επαγωγή της κληρονομίας στον καταπιστευματοδόχο χωρεί ως προς τη μερίδα του η εξ αδιαθέτου διαδοχή.
Άρθρο 1932. Σιωπηρή υποκατάσταση: Όποιος εγκαταστάθηκε ως καταπιστευματοδόχος σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται ότι έχει οριστεί και ως υποκατάστατος του κληρονόμου.
Άρθρο 1933. Άτεκνος κατιών: Αν ο διαθέτης εγκατέστησε καταπιστευματοδόχο για την περίπτωση θανάτου του κατιόντος του, που κατά τη σύνταξη της διαθήκης ήταν άτεκνος, ο καταπιστευματοδόχος θεωρείται ότι εγκαταστάθηκε για την περίπτωση που ο κατιών θα πέθαινε άτεκνος.
Άρθρο 1934. Έκταση καταπιστεύματος: Το δικαίωμα του καταπιστευματοδόχου σε περίπτωση αμφιβολίας εκτείνεται και στην μερίδα που απέκτησε ο κληρονόμος από την έκπτωση κάποιου συγκληρονόμου. Σε περίπτωση αμφιβολίας δεν περιλαμβάνει και το εξαίρετο που καταλείφθηκε στον κληρονόμο.
Άρθρο 1935. Χρόνος επαγωγής: Η επαγωγή της κληρονομίας στον καταπιστευματοδόχο επέρχεται μόλις πεθάνει ο κληρονόμος, αν ο διαθέτης δεν έταξε κάποιο άλλο γεγονός ή χρονικό σημείο. Στις περιπτώσεις του άρθρου 1924 η επαγωγή επέρχεται μόλις γίνει ο τοκετός ή μόλις συσταθεί το νομικό πρόσωπο.
Άρθρο 1936. Ύπαρξη του τιμώμενου προσώπου: Καταπιστευματοδόχος μπορεί να είναι μόνο όποιος ζει ή τουλάχιστον έχει συλληφθεί κατά το χρόνο που επάγεται σ” αυτόν η κληρονομία. Αν ο καταπιστευματοδόχος δεν ζει ή δεν έχει συλληφθεί κατ” αυτό το χρόνο, εφόσον ο διαθέτης δεν όρισε διαφορετικά, η κληρονομία παραμένει στον κληρονόμο.
Άρθρο 1937. Δικαιώματα βεβαρημένου: Ωσότου γίνει η επαγωγή στον καταπιστευματοδόχο κληρονόμος ασκεί τις κληρονομικές αγωγές και διαχειρίζεται την κληρονομία απέναντι στον καταπιστευματοδόχο ευθύνεται για όση επιμέλεια δείχνει στις δικές του υποθέσεις. Διάθεση των αντικειμένων της κληρονομίας, αν ο διαθέτης δεν όρισε διαφορετικά, συγχωρείται μόνο όταν επιβάλλεται από τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης ή έδωσε τη συναίνεσή του ο καταπιστευματοδόχος ή στην περίπτωση του άρθρου 1939. Κάθε άλλη διάθεση αποβαίνει άκυρη μόλις γίνει η επαγωγή στον καταπιστευματοδόχο.
Άρθρο 1938. Δαπάνες: Ωσότου γίνει η επαγωγή στον καταπιστευματοδόχο ο κληρονόμος βαρύνεται μόνο με τις αναγκαίες δαπάνες και με τις δαπάνες για την παραγωγή καρπών, καθώς και με τα τακτικά βάρη των κληρονομιαίων αντικειμένων. Κάθε άλλη δαπάνη κρίνεται κατά τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλοτρίων.
Άρθρο 1939. Αποκατάσταση του υπολοίπου: Αν ο καταπιστευματοδόχος εγκαταστάθηκε σε ό,τι βρεθεί στην κληρονομία κατά το χρόνο της επαγωγής σ” αυτόν, ή αν ο διαθέτης επέτρεψε ελεύθερη διαχείριση στον κληρονόμο, αυτός έχει δικαίωμα να διαθέτει τα κληρονομιαία αντικείμενα.
Άρθρο 1940. Αποδοχή ή αποποίηση του καταπιστεύματος: Μόλις γίνει η επαγωγή της κληρονομίας στον καταπιστευματοδόχο αυτός δικαιούται να αποδεχτεί ή να αποποιηθεί την κληρονομία κατά τις διατάξει για την αποδοχή ή την αποποίηση της.
Άρθρο 1941. Αποκατάσταση και αποτέλεσμα: Μόλις γίνει η επαγωγή της κληρονομίας στον καταπιστευματοδόχο ο κληρονόμος παύει να είναι κληρονόμος και έχει υποχρέωση να παραδώσει την κληρονομία στην κατάσταση που θα βρισκόταν ύστερα από τακτική διαχείριση, εκτός από τους καρπούς που έχουν παραχθεί έως την επαγωγή. Ο καταπιστευματοδόχος έχει δικαίωμα να ζητήσει λογοδοσία. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που αποσβέστηκαν με την σύγχυση αναβιώνουν αυτοδικαίως.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη – Αθήνα. http://www.karagiannislawfirm.gr/astiko-dikaio/168-katapistefma
…………………………………………………….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου